Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πόρνη για ένα βράδυ-las hookeras -Αυτοτελή διηγήματα

 


1916

Ο καφενές  του  Κεμάλ  βρισκόταν στις παρυφές της πόλης της Θεσσαλονίκης

Απέναντι  απ τον  στρατώνα , δίπλα στα βοσκοτόπια και τα πατατοχώραφα 

Καταφύγιο για  εργάτες της  απομονωμένης  γειτονιάς,χασικλήδες , φαντάρους  και  την  Ιουλία

Η Ιουλία μια μέρα  τόλμησε να περάσει  από μπροστά καθώς πήγαινε  να πάρει νερό απ το πηγάδι και  είδε...έναν άλλο , διαφορετικό κόσμο...και της άρεσε

Ένα μπαγλαμαδάκι  πλημμύριζε τον  χώρο με τους ήχους  του, οι χασικλήδες  αφού είχαν πιεί  απολαμβάναν  την μουσική και ταξιδεύαν  ενώ ένα  παλικαράκι, εργάτης, είχε σηκωθεί και χόρευε...χόρευε  για να ξεχαστεί

Ο άντρας της Ιουλίας, ο Στέλιος πήγαινε που και που  και άραζε εκεί, όμως για τις γυναίκες  απαγορευόταν απ τους  άγραφους νόμους της εποχής να μπουν  στον καφενέ 

Αυτό  που είδε η Ιουλία, περνώντας  μπροστά απ τον καφενέ  ήταν "μια άλλη ζωή"

Η φτώχεια   έκανε τους ανθρώπους να μην έχουν ελπίδα

Η  απειλή του πολέμου και της στρατολόγησης  των αντρών έκανε  τις οικογένειες  να  τρέμουν στην ιδέα πως  αυτός που  έφερνε  το εισόδημα στο σπίτι μπορεί ανά πάσα  στιγμή να του ρχόταν χαρτί και να   τον στέλναν στην Καλλίπολη ή στο Σέρβικο  μέτωπο ή ποιος ξέρει που αλλού

Η Ιουλία  δεν  είχε ποτέ ανυπότακτες ιδέες. Δεν ήξερε καν πως υπήρχαν αυτές...μέχρι που είδε  τυχαία  εκείνο το σούρουπο μια ανυπότακτη  ζωή να λαμβάνει χώρα μέσα στον καφένε

Όταν κοιμήθηκε ο Στέλιος σηκώθηκε απ το κρεββάτι  , περπάτησε στις μύτες των ποδιών της. Ντύθηκε αυτοσχεδιάζοντας και αφήνοντας πολλά μέρη του σώματος  της  σκανδαλωδώς  ακάλυπτα. Άνοιξε την πόρτα απ την καλύβα τους και περπάτησε μέσα στο αγιάζι  ως τον καφενέ

...............

Η πόρτα  του άνοιξε και οι θαμώνες  αντίκρισαν την Ιουλία

Δεν τους ρώτησε

Μπήκε στο μαγαζί και ξεκίνησε να  χορεύει κερδίζοντας τις επευφημίες τους

Οι  θαμώνες  παράγγελναν  και άλλο ποτό και κανείς  τους δεν ήθελε να  φύγει

Ο Κεμάλ , ο καφετζής ένιωσε πως η παρουσία της Ιουλίας  αύξανε τα κέρδη  του για αυτό και όταν έκατσε  η  γυναίκα  της κέρασε ότι ήπιε

.............

Το βλέμμα της δεν ξεκόλλησε πάνω  απ τον  Οδυσσέα, τον νεαρό εργάτη που χε δει τις προάλλες να χορεύει

Ένιωθε αυτό που δεν είχε νιώσει με το προξενιό  που της είχαν κάνει με τον Στέλιο...πόθο, έρωτα...

.........

Ο  Οδυσσέας  μετά την  δουλειά  πήγαινε με δυο συναδέλφους του  στον καφενέ, να πιούν και να ξεχάσουν αλλά και να αποβάλλουν  την υπερένταση   της δουλειάς πριν  πάνε για  ύπνο 

Καθόταν πλάτη στην Ιουλία και ο  φίλος του του  ψιθίρισε  πως η γυναίκα δεν  ξεκολούσε  τα μάτια της από πάνω  του

Γύρισε και την κοίταξε

Μετά ξαναστράφηκε προς τους φίλους του

-Την ξέρω. Γυναίκα  του  Στέλιου είναι

-Ε και; Αφού  αυτός  την  αφήνει ή του ξεφεύγει για να έρχεται  εδώ εσύ τι πρόβλημα έχεις;

Ο Οδυσσέας είχε πολλά  προβήματα

Δούλευε απ το πρωί ως το βράδυ και  τα λεφτά που  του δίναν  ήταν ψίχουλα

Η μάνα  του  στην καλύβα  ήταν άρρωστη και τα  φάρμακα της κοστίζαν

Ο  Γιώργος , ο άντρας της αδερφής του την πέταξε στον δρόμο με  δυο παιδιά και εξαφανίστηκε. Η  Σούλα  αναγκάστηκε να  επιστρέψει στην καλύβα  τους

-Δεν είμαι για να μπλέκω, μονολόγησε, και να χω τον Στέλιο να  ρχετε να μου  ζητά τον λόγο

-Αύριο, μεθαύριο  μπορεί να πολεμάμε  στο σέρβικο μέτωπο , γιατί να μην  ζήσουμε όσο μπορούμε το σήμερα;

-Πίνουμε  ένα ποτηράκι κρασί, ακούμε το μπαγλαμαδάκι , ως εδώ επιτρέπει η  ζωή σε ανθρώπους σαν  εμάς να  ζούν, είπε ο Οδυσσέας και έβγαλε την κασετίνα με τα  τσιγάρα του. Διαπίστωσε πως  του χαν τελειώσει

Ο  φίλςο του  του πέταξε ένα

Σηκώθηκε , το άναψε και   τους καληνύχτισε

- Ώρα να  φεύγω

........

Πέρασε μπροστά απ το τραπέζι της Ιουλίας

Η γυναίκα  δεν  είχε  χρόνο για  χάσιμο

Ένα  βράδυ  βγήκε και πριν  το  ξημέρωμα έπρεπε να  ήταν σπίτι πριν σηκωθεί  ο Στέλιος για δουλειά

Άπλωσε το χέρι της  και του έπιασε τον καρπό

-Τόσο νωρίς  πας σπίτι;  τον ρώτησε χαμογελώντας

-Το νωρίς για κάποιους είναι   αργά  για κάποιους άλλους κυρία

 Χαμογέλασε. Το βλέμμα της τον περιεργάστηκε  από πάνω μέχρι κάτω

-Οι  ανάγκες μας  όμως είναι ίδιες για όλους

-Δεν καταλαβαίνω τι λέτε

Η Ιουλία σηκώθηκε και έφερε το στόμα της δίπλα στο δικό του πριν του απαντήσει

-Ας το συζητήσουμε  καθώς θα  γυρνάμε σπίτι...μαζί...


Στον δρόμο δεν συζητήσαν

Κάτω από ένα μεγάλο  πλατάνι μέσα στην μέση του  χωματόδρομου η Ιουλία   έβγαλε όλα της  τα ρούχα  απροειδοποίητα και  περίμενε

Ο Οδυσσέας δεν άντεξε. Άγγιξε την  γυναίκα και τα  σώματα τους  γίναν ένα

Η αλήθεια είναι πως κανείς τους  ποτέ δεν είχε νιώσει όπως νιώθαν εκείνη την στιγμή

Ελευθερία

Ο  χρόνος πάγωσε

Η γειτονιά , τα προβλήματα, η  φτώχεια,ο πόλεμος , εκείνες τις στιγμές εξαφανίστηκαν

Η ώρα περνούσε

Ξημέρωνε

Ο Οδυσσέας σε λίγο έπρεπε να ξεκινήσει για την δουλειά, αν αργούσε  την έχανε

Η Ιουλία ήδη έπρεπε να  ήταν σπίτι της, ο Στέλιος είχει ξυπνήσει και την  έψαχνε

-Δεν θέλω να φύγω από εδώ, λέγαν ο ένας στον άλλον και συνέχιζαν  να   βυθίζονται  στην μαγεία που νιώθανε

"Δεν θέλω" φωνάζαν, "δεν θέλω"

Η αγουροξυπνημένη   γειτονιά  άκουγε τις φωνές  τους

Ο  Στέλιος είχε  βγει σ τους δρόμους και  έψαχνε να  την βρει

Δεν άργησε ο ήλιος να  φωτίσει ξανά  τον μαχαλά και  ο Στέλιος να τους  βρει  κάτω απ το πλατάνι

Αυτήν  γυμνή και ευτυχισμένη και τον Οδυσσέα από πάνω της να  συνεχίζει να την  φυλάει

Μηχανικά, αυτόματα, το μαχαίρι βγήκε απ το  ζωνάρι του

Το χέρι του  το σφιξε στην  γροθιά του

Ο Οδυσσέας  σηκώθηκε και  στήθηκε μπροστά  του   αμίλητος

Μερικά  βήματα και ο Στέλιος του επιτέθηκε από απόσταση αναπνοής

Ακολούθησαν μερικά  λεπτά πάλης πριν  η λεπίδα καρφωθεί στα  σπλάχνα  του  νεαρού εργάτη

Μετά στράφηκε στην Ιουλία

Την κοίταξε για τελευταία  φορά  πριν  η λεπίδα του  ανακατέψει το αίμα  της με αυτό του  Οδυσσέα

.....

Στον  Στέλιο  και τον  Οδυσσέα  ήρθαν χαρτιά κατάταξης για το  σέρβικο  μέτωπο  το μεσημέρι  της ίδιας  μέρας

Όμως ο ένας ήδη ήταν πίσω απ τα κάγκελα  και ο άλλος  στο χώμα

Πολεμήσαν  τον δικό τους πόλεμο

Τον εμφύλιο των φτωχών

Δεν είχαν  διάθεση και μυαλό  για να  πολεμήσουν σε έναν ξένο πόλεμο, στον πόλεμο των αφεντικών που θα μοιράζαν την γή

.........

Ο Νώντας, ο  χασικλής  ένιωθε τον καφενέ του Κεμάλ ως το καταφύγιο του, το  βασίλειο του αν θέλετε

Είχε ίδια  ηλικία με τον  Οδυσσέα όμως  είχε επιλέξει  στην ζωή του να χαρεί ότι μπορούσε να χαρεί και να φύγει νωρίς

Τελικά τον πρόλαβε ο Οδυσσέας

-Πολεμήσαν τον δικό τους πόλεμο  οι τρεις τους, μονολόγησε ο Κεμάλ

-Και αυτόν τον πόλεμο  που πολεμήσαν,  απάντησε ο Νώντας, πάλι οι  μεγάλοι τους τον προκαλέσαν

Με τον τρόπο  τους

Μετά έπιασε  τον ναργιλέ του και  άρχισε να  βυθίζεται στα  όνειρα  που  κατοικούσαν έξω και μακριά απ την βρωμιά της πραγματικότητας




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΑΟΚ- Κυπελλούχος Ελλάδος 2021(φωτο-αφιέρωμα)

 

Η Αγγλία και οι Βίκινγκς

γράφει ο Ερπετός Vikings invade the isle of Lindisfarne, 793 AD. To 793 μ. Χ. οι Βίκινγκς εισέβαλλαν στο μικρό νησάκι του Lindisfarne, στη βόρειοανατολικη Αγγλία. Το νησί γνωστό και ως Holy Island, ήταν τόπος μοναχισμου, κέντρο του Κελτικου Χριστιανισμου από τον 6ο αιώνα. Τώρα οι μοναχοί ήταν Αγγλοσαξωνες που πλέον είχαν εκχριστιανιστει. Οι Βίκινγκς σκότωσαν τους περισσότερους μοναχούς, λεηλατησαν την εκκλησιαστικη περιουσία και πήραν μέχρι και κάποιους μοναχούς ως σκλάβους. Η επιδρομή στο Lindisfarne που θορυβησε έντονα το τότε χριστιανικό τμήμα της Ευρώπης, είναι η πρώτη μεγάλη στην ιστορία των Βίκινγκς και απαρχή της λεγόμενης εποχής των Βίκινγκς που έληξε με τον εκχριστιανισμο τους τον 11ο αιώνα.

Ο Μαμπάτα εξαγριώνεται με την διαχείρση του convid και τις influencers (video)